Ο Ρονάλντο Λουίς Ναζάριο ντε Λίμα γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1976 σε μια φτωχογειτονιά του Ρίο. Παρά τους σημαντικούς τραυματισμούς που είχε στην καριέρα του, δεν το έβαλε ποτέ κάτω και έγινε ένας από τους πιο σημαντικούς επιθετικούς στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Πραγματικό… φαινόμενο!
Η φτώχεια της οικογένειάς του ήταν τέτοια που δεν του επέτρεπε να κάνει το ξεκίνημα που θα ήθελε στην καριέρα του, όσον αφορά τα πρώτα του, ποδοσφαιρικά βήματα σε μικρή ηλικία. Αν και επιθυμούσε να πάει σε ομάδα του Ρίο, καμία δεν δεχόταν να του πληρώνει το εισιτήριο για το λεωφορείο ώστε να μπορεί να μετακινείται! Έτσι, αποκτήθηκε από την Sao Cristovao. Ο πρώτος προπονητής του Ρονάλντο, Ρομπέρτο Γκαλιανόνε, έμεινε εντυπωσιασμένος με την ταχύτητα που είχε το… μικρό, τότε, φαινόμενο και την ευκολία με την οποία κρατούσε και έκανε ό,τι ήθελε τη μπάλα στα πόδια του. Η θητεία του σε αυτή την ομάδα κράτησε δύο χρόνια, μέχρι να τον πάρει η Κρουζέιρο.
Πρώτος τίτλος
Με 57 γκολ σε 59 αναμετρήσεις στην Κρουζέιρο, όπου έμεινε επίσης για δύο χρόνια, ο Ρονάλντο βίωσε τις πρώτες του ποδοσφαιρικές επιτυχίες και το αίσθημα της κατάκτησης ενός τροπαίου. Ήταν, φυσικά, το… ζέσταμα για τους τίτλους που θα ακολουθούσαν και φυσικά τα δύο Παγκόσμια Κύπελλα. Κατέκτησε, λοιπόν, το Copa do Brazil και οι εμφανίσεις του, τον οδήγησαν στην αποστολή της εθνικής ομάδας της Βραζιλίας για το Μουντιάλ του 1994 στην Αμερική!
Μουντιάλ 1994
Στη διοργάνωση των ΗΠΑ, πριν από 21 χρόνια, ο Ρονάλντο δεν αγωνίστηκε. Δεν ήταν έτοιμος στην ηλικία των 17 ετών, όμως, διόλου τον ενόχλησε που δεν πήρε χρόνο συμμετοχής. Η εμπειρία από μόνη της ήταν τέτοια που τον έκανε να δει πολλά περισσότερα για το ποδόσφαιρο, ενώ μάλιστα, πήρε το πρώτο του μετάλλιο σε Μουντιάλ με την επιτυχία της «σελεσάο» στην Αμερική. Η παρουσία του στην αποστολή της εθνικής ομάδας, πέρα από τα αρνητικά σχόλια που προκάλεσε κυρίως προς την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της χώρας και τον προπονητή για την συμμετοχή ενός τόσο νεαρού παιδιού, προσέλκυσε το ενδιαφέρον ευρωπαϊκών συλλόγων που τον… ψιλιάστηκαν.
Από την Αϊντχόφεν στη Μπάρτσα
Ένα σύντομο πέρασμα από την Ολλανδία και την Αϊντχόφεν που τον έκανε δικό της, το 1994, έναντι 6 εκατ.ευρώ και τα 66 γκολ σε 70 συμμετοχές, τον έστειλαν στη Μπαρτσελόνα. «Είναι τόσο σπουδαίος που δεν χωράει στο πρωτάθλημά μας…» ανέφεραν οι Ισπανοί δημοσιογράφοι εντυπωσιασμένοι από το ταλέντο και την τρομερή σχέση του Ρονάλντο με τα δίχτυα. Μάλιστα, η μεταγραφή του στους «μπλαουγκράνα» κόστισε τότε 22 εκατ.ευρώ! Η πρώτη του σεζόν ήταν βγαλμένη από το καλύτερο ποδοσφαιρικό παραμύθι. Σε 51 ματς, 47 γκολ, πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα, Κύπελλο Ισπανίας, Σούπερ Καπ Ισπανίας, Κύπελλο UEFA, βραβείο του καλύτερου για τη FIFA και υποψήφιος για τη Χρυσή Μπάλα.
Η Ίντερ και το Μουντιάλ του 1998
Είναι η φανέλα με την οποία τον θυμούνται οι περισσότεροι και… του πήγαινε ίσως περισσότερο απ’ όλες τις υπόλοιπες που φόρεσε. Ακόμα κι αν έχει εφιαλτικές μνήμες από τους «νερατζούρι» λόγω των δύο πολύ σοβαρών τραυματισμών του στο γόνατο – που όπως αποδείχθηκε τον οδηγούσαν σταδιακά στην απόσυρση – η Ίντερ ήταν το «εισιτήριο» για το Μουντιάλ του 1998 στη Γαλλία. Μόνο που στον τελικό της διοργάνωσης, έπαιξε με πρόβλημα τραυματισμού γιατί δεν μπορούσε να δεχθεί ότι θα έχανε το σπουδαίο ματς. Το 3-0 από τη Γαλλία, η αδυναμία του να βοηθήσει τη Βραζιλία και η πίκρα, διαμόρφωσαν τη χειρότερη κατάληξη.
Οι σοβαροί τραυματισμοί
21 Νοεμβρίου του 1999. Παιχνίδι της Ίντερ με τη Λέστερ. Πρώτος σοβαρός τραυματισμός στο γόνατο. Κομμένος τένοντας, εγχείρηση και επιστροφή τον Απρίλιο του 2000. Σε παιχνίδι με τη Λάτσιο για το Κύπελλο Ιταλίας, ήρθε και το δεύτερο «χτύπημα». Στο μυαλό όλων των ποδοσφαιρόφιλων η κατάρρευση του Ρονάλντο και η κραυγή του πόνου. Η έκφρασή του, έδειχνε και με το παραπάνω πως ήξερε και ο ίδιος ότι η ζημιά ήταν πολύ μεγάλη και ενδεχομένως πολύ επικίνδυνη για την καριέρα του. Νέα επέμβαση, πολλοί μήνες αποθεραπείας, καθόλου δράση μέχρι το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002. Εκεί που θα έκανε τον κόσμο να τον θαυμάσει για το σθένος και τη δύναμή του, χαρίζοντας στη «σελεσάο» το πολυτιμότερο τρόπαιο.
Κατάκτηση του Μουντιάλ 2002 και Ρεάλ
Ο Ρονάλντο πήρε ρίσκο, ήταν αποφασιστικός, ήθελε να ξαναπαίξει, ούτε που διανοήθηκε ότι θα έλειπε από το Μουντιάλ του 2002 στις Κορέα/Ιαπωνία μετά την αποτυχία στη Γαλλία τέσσερα χρόνια νωρίτερα και τα κατάφερε. Με τα γκολ που πέτυχε στον μεγάλο τελικό της διοργάνωσης απέναντι στη Γερμανία χάρισε στη Βραζιλία το πέμπτο Παγκόσμιο Κύπελλο της ιστορίας της, ο ίδιος με τα 8 γκολ στην πορεία της εθνικής ομάδας κέρδισε το Χρυσό Παπούτσι και όλοι οι επικριτές του… σιώπησαν. Πήρε μεταγραφή στη Ρεάλ κι έγινε ένας εκ των «galacticos». 46 ολόκληρα εκατομμύρια έδωσε η «βασίλισσα» για να τον πάρει στη Μαδρίτη, με 118 γκολ σε 194 ματς. Ήταν μέλος των «μερένχες» με τους εκπληκτικούς παίκτες, όπως οι Φίγκο, Ζιντάν, Ραούλ, Μπέκαμ, Ρομπέρτο Κάρλος κ.α. Τα… κιλά του, έγιναν αντικείμενο σχολιασμού και κριτικής.
Μουντιάλ 2006 και επιστροφή στο Μιλάνο
Το 2006 στα γήπεδα της Γερμανίας έδωσε γι’ ακόμα μια φορά το «παρών» σε Παγκόσμιο Κύπελλο και μάλιστα, έγραψε ιστορία, άσχετα αν η «σελεσάο» δεν έφτασε σε επιτυχία. Ο Αλμπέρτο Παρέιρα τον πήρε μαζί του στην αποστολή και με τρία γκολ, το «φαινόμενο» έγινε ο κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών στη διοργάνωση με 15 τέρματα. Αυτό, βέβαια, μέχρι το 2014, όταν στο Μουντιάλ της Βραζιλίας και μπροστά στα μάτια του Ρονάλντο, ο Κλόζε τον προσπέρασε στην επική 7άρα των Γερμανών επί των διοργανωτών. Η συνέχεια της καριέρας του σε συλλογικό επίπεδο είχε την επιστροφή στην Ιταλία για λογαριασμό της Μίλαν, όμως δεν το χάρηκε καθόλου. Νέος τραυματισμός, λίγες συμμετοχές, συμβιβασμός με την ιδέα της απόσυρσης…
Αυλαία στην Κορίνθιανς
Ήθελε να επιστρέψει στο ποδόσφαιρο, ναι μεν λόγω της αγάπης του, αλλά και λόγω πείσματος. Δεν ήθελε να βάλει τέλος στην καριέρα του λόγω των τραυματισμών. Στόχευσε στην επιστροφή στη δράση έπειτα από τρία πολύ σοβαρά περιστατικά που οδήγησαν με μαθηματική ακρίβεια την παρουσία του στα γήπεδα, στο φινάλε της. Το 2009, έχοντας αισθανθεί έτοιμος να κλωτσήσει και πάλι τη μπάλα σε επαγγελματικό επίπεδο, φόρεσε τη φανέλα της Κορίνθιανς. Άπαντες αναγνώρισαν την ψυχική του δύναμη και την «κάψα» του να ρίξει τους τίτλους τέλους μέσα στο γήπεδο, αλλά όρθιος κι όχι σε φορείο. Σε 69 ματς, σκόραρε 35 φορές…