Το ντέρμπι των… ντέρμπι!

Στους τελικούς του Κόπα Λιμπερταδόρες προκρίθηκαν η Μπόκα Τζούνιορς και η Ρίβερ Πλέιτ, δίνοντας άλλο χρώμα στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση της Λατινικής Αμερικής.
superclasico

Υπάρχουν ντέρμπι και ντέρμπι σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Η αντιπαλότητα σε κάθε περίπτωση μπορεί να πηγάζει από διάφορες περιπτώσεις. Έτσι, υπάρχουν τοπικά ντέρμπι, ταξικά ντέρμπι, ντέρμπι μεταξύ ομάδων που διεκδικούν τους ίδιους στόχους, ακόμα και ντέρμπι με πολιτικο-θρησκευτικό χρώμα. Υπάρχει, όμως, και το Μπόκα Τζούνιορς – Ρίβερ Πλέιτ, που συνδυάζει ίσως τα περισσότερα από τα παραπάνω.

Πρόκειται για την κορυφαία αναμέτρηση του πρωταθλήματος μιας χώρας που ζει και αναπνέει για το ποδόσφαιρο, πράγμα που εξηγεί το λόγο για τον οποίο το “Σουπερκλάσικο” αποτελεί το κορυφαίο αθλητικό γεγονός της χρονιάς στην Αργεντινή και δικαιολογεί το πάθος με το οποίο το βιώνουν οι οπαδοί των δυο συλλόγων.

Η πηγή της αντιπαλότητας

Στις αρχές λεγόταν απλώς το “ντέρμπι του Μπουένος Άιρες”. Οι δυο σύλλογοι δεν έδρευαν απλώς στην ίδια πόλη, αλλά και στην ίδια γειτονιά, τη φτωχική La Boca, εκεί όπου ιδρύθηκαν αμφότερες στις αρχές του προηγούμενου αιώνα (η Ρίβερ το 1901 και η Μπόκα το 1905).

Ωστόσο, η πραγματική κόντρα γεννήθηκε όταν μερικά χρόνια αργότερα η Ρίβερ μετακόμισε στο προάστιο Νούνιεζ, μακριά από τις φτωχογειτονιές του λιμανιού. Αυτομάτως, η αντιπαλότητα μεταξύ των δυο συλλόγων απέκτησε ταξικό χαρακτήρα, καθώς, η μεν Μπόκα έγινε η ομάδα της λαϊκής τάξης, η δε Ρίβερ προχώρησε σε κάποιες ακριβές για την εποχή μεταγραφές στις αρχές της δεκαετίας του ’30, οι οποίες της έδωσαν το παρατσούκλι “εκατομμυριούχοι”. Και αυτή ήταν μόνο η αρχή.
Με το πέρασμα των χρόνων οι δυο ομάδες του Μπουένος Άιρες κατάφεραν να κυριαρχήσουν στο αργεντίνικο ποδόσφαιρο, πράγμα που φούντωσε ακόμα περισσότερο την έχθρα μεταξύ τους, καθώς ο ανταγωνισμός για την κατάκτηση του πρωταθλήματος έριξε κι άλλο λάδι στη φωτιά.

Στις μέρες μας, έναν αιώνα και… βάλε μετά την πρώτη μεταξύ τους αναμέτρηση, οι δυο σύλλογοι είναι οι πιο επιτυχημένοι στην ιστορία του αργεντίνικου πρωταθλήματος μετρώντας περισσότερα πρωταθλήματα από οποιονδήποτε άλλο, ενώ τα μεταξύ τους παιχνίδια εξακολουθούν να θυμίζουν… πόλεμο, τόσο εντός όσο και εκτός αγωνιστικού χώρου.

Τα… μελανά σημεία

Παρά το γεγονός οτι οι αναμετρήσεις της Μπόκα με τη Ρίβερ διεξάγονται κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, αρκετές φορές στο παρελθόν η παρουσία εκατοντάδων αστυνομικών δε στάθηκε αρκετή για να αποτρέψει τα χειρότερα.
Η πιο άσχημη στιγμή όχι μόνο στην ιστορία των “Σουπερκλάσικο” αλλά ολόκληρου του αργεντίνικου ποδοσφαίρου σημειώθηκε στις 23 Ιουνίου 1968. Η Ρίβερ υποδεχόταν τη Μπόκα στο “Μονουμεντάλ” και ενώ όλα έδειχναν οτι το 0-0 θα έκανε το ματς να ξεχαστεί γρήγορα, λίγα λεπτά πριν την εκπνοή συνέβη μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της παγκόσμιας αθλητικής ιστορίας.

Σε μια μαζική απόπειρα διαφυγής από το στάδιο, 71 φίλαθλοι έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της κλειστής πόρτας της θύρας 12. Ο λόγος για τον οποίο έγινε αυτή η βιαστική προσπάθεια εξόδου από το γήπεδο δεν έχει διευκρινιστεί μέχρι σήμερα.

Μια εκδοχή θέλει τους φίλους της Ρίβερ να κινούνται βιαστικά προς την έξοδο εξαιτίας των φλεγόμενων σημαίων της ομάδας τους που εκτοξεύονταν από την πλευρά των οπαδών της Μπόκα, ενώ μια άλλη κάνει λόγο για απόπειρα απόδρασης των φιλοξενούμενων οπαδών οι οποίοι αντιμετώπισαν το μένος των γηπεδούχων. Ερωτηματικά προκαλεί και η στάση της αστυνομίας στην όλη υπόθεση, ωστόσο, ουδέποτε αποδόθηκαν ευθύνες προς οποιαδήποτε κατεύθυνση.

Δυστυχώς όμως, αυτή δεν ήταν η μοναδική φορά που το “Σουπερκλάσικο” θρήνησε θύματα. Το 1983 μετά το τέλος του παιχνιδιού μεταξύ των δυο ομάδων, ο αρχηγός των οργανωμένων οπαδών της Ρίβερ έπεσε νεκρός κατά τη διάρκεια συμπλοκών.
Έντεκα χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1994, το σκηνικό επαναλήφθηκε. Σ’ ένα ντέρμπι που διεξήχθη μέσα σε εκρηκτική ατμόσφαιρα λόγω των επεισοδίων που είχαν προηγηθεί της σέντρας, η Ρίβερ “άλωσε” το “Λα Μπομπονέρα” με 0-2, χάρη σε γκολ των Ορτέγκα και Κρέσπο.

Η λήξη του ματς βρήκε τους οπαδούς της Μπόκα να σπάνε και να δέρνουν ο,τι και όποιον έβρισκαν μπροστά τους στους δρόμους γύρω από το γήπεδο. Το τέλος εκείνης της βραδιάς βρήκε δυο φίλους της Ρίβερ νεκρούς και το μακάβριο “Μπόκα-Ρίβερ 2-2” γραμμένο σε τοίχο κοντά στο “Λα Μπομπονέρα”.

Μίσος και στον αγωνιστικό χώρο

Το μίσος μεταξύ των οπαδών σαφώς και είναι λυπηρό, ωστόσο είναι κάτι που συναντάμε συχνά σε τέτοιου είδους ντέρμπι. Συνηθισμένη είναι και η τάση των φίλων των δυο ομάδων να ανταλλάσουν “φιλοφρονήσεις” αποδίδοντας προσωνύμια οι μεν στους δε.

Οι οπαδοί της Μπόκα αρέσκονται να αποκαλούν εκείνους της Ρίβερ “κότες”, οι οποίοι με τη σειρά τους προσφωνούν τους αιώνιους εχθρούς τους “γουρούνια” και “ρακοσυλλέκτες”. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι φορές που ψεύτικες κότες και φουσκωτά γουρούνια έχουν κάνει την εμφάνιση τους στην κερκίδα με σκοπό να προκαλέσουν τους “απέναντι”.

Εκείνο όμως που ανεβάζει τη θερμοκρασία στα ύψη δεν είναι η προκλητική συμπεριφορά των οπαδών, αλλά των ποδοσφαιριστών, φαινόμενο που έχει παρατηρηθεί ουκ ολίγες φορές.

Χαρακτηριστική περίπτωση η ενέργεια του Κάρλος Τέβες στον ημιτελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες του 2004, όταν τόλμησε να πανηγυρίσει το γκολ που πέτυχε στο “Μονουμεντάλ” χορεύοντας σαν κοτόπουλο. Ωστόσο, ο διαιτητής της αναμέτρησης δεν έδειξε να συμμερίζεται τη “χιουμοριστική” διάθεση του επιθετικού των φιλοξενούμενων, καθώς τον απέβαλε για προκλητική συμπεριφορά.

Αντίστοιχη αντιμετώπιση έτυχε και η κίνηση του Ματίας Αλμέιδα το 2011 να φιλήσει το σήμα της Ρίβερ μπροστά στους φίλους της Μπόκα. Ο Αργεντίνος μέσος κατηγορήθηκε για υποκίνηση βίας, ενώ απέφυγε τις νομικές συνέπειες κάνοντας δωρεά μερικών χιλιάδων δολαρίων σε φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Ωστόσο, εκείνος που περιέγραψε με ακρίβεια τα συναισθήματα της μιας πλευράς για την άλλη ήταν ο Χουάν Ρομάν Ρικέλμε. Ο σπουδαίος επιτελικός μέσος της Μπόκα δε δίστασε να δηλώσει πριν μερικά χρόνια όχι την αγάπη για την ομάδα του, αλλά την απέχθεια του για τη μισητή αντίπαλο: “Το πρωί που ξυπνάω δε μπορώ να φορέσω τίποτα κόκκινο ή άσπρο”.

Σε ενδιαφέρει