Μια γλυκιά ανατριχίλα σε διαπερνά όταν διαβάσεις την ομιλία τεσσάρων λεπτών του Νίκου Γκάλη, στην διαδικασία τοποθέτησής του στο κάδρο των «αθανάτων» του μπάσκετ. Στο το Hall of Fame, στην λαμπρή τελετή που έγινε στη μήτρα του παγκοσμίου μπάσκετ, στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ, ο Γκάλης ξαναθύμισε την «παλιά Ελλάδα» των αξιών. Μην τα επαναλάβω. Όλοι ή σχεδόν όλοι, θα την έχουν διαβάσει.
Το θέμα μου, και θα χρησιμοποιήσω ένα αδόκιμο και βλακώδες ερώτημα του διαδικτύου, είναι… «πόσο Γκάλης είσαι»; Όχι, φυσικά, πόσο μοιάζεις του Γκάλη στο παιχνίδι, αυτό μπορεί να γίνει σε 100 χρόνια να ξαναδούμε Γκάλη στα γήπεδά μας. Μιλάμε για την ποιότητα του ανθρώπου Γκάλη. Μιλάμε για την προσλαμβάνουσα που έχει σήμερα ο μέσος Έλληνας και περισσότερο τα Ελληνόπουλα από το Νίκο Γκάλη.
Να το θέσω ποιο απλά, με υπόθεση εργασίας: Αν συνέπιπτε η επιστροφή του Νίκου Γκάλη μ’ αυτή του Ντάνου (του «Survivor», ξέρετε, φαντάζομαι), ποιον θα πήγαινε να «υποδεχτεί» ο πολύς κόσμος και περισσότερο η νεολαία; Μην βιαστείτε ν’ απενεχοποιήσετε τον εαυτό σας. Στο Ντάνο θα πήγανε. Ο Γκάλης δεν μπορεί να είναι «πρότυπο» για τη νεολαία, γιατί έχουν φροντίσει γι αυτό… Όλοι αυτοί που δημιούργησαν «νέους ήρωες του τίποτα» έχουν φροντίσει. Κι ο Τύπος, το… «εργαλείο» τους.
Ο Γκάλης θα έπρεπε να είναι μία καθημερινή αναφορά των γονιών στα παιδιά τους. Στην υπερβολή, θα μπορούσε να διδάσκεται κι ως μάθημα στα σχολεία για όσα έχει προσφέρει στην Ελλάδα. Θα έπρεπε να είναι «άγαλμα» έξω από κάθε γήπεδο μπάσκετ, να εμπνέει. Κι όχι να «πλακώνονται» πολιτεία και Ομοσπονδία αν θα έπρεπε να δοθεί το όνομά του στο ΟΑΚΑ. Στη σάλα, όχι στο γήπεδο.
Βαρέθηκα τόσο χρόνια να διαβάζω την ίδια σαχλαμάρα, η οποία είναι λυτρωτική για του Έλληνες. «Έλα, μωρέ οι Έλληνες έκλεισαν φυλακή τον Κολοκοτρώνη». Και μία ακόμα, «έλα μωρέ, η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της». Απόψεις που αποπνέουν μιζέρια, μοιρολατρία, πνευματική ανεπάρκεια και χίλια δυο άλλα. Και πώς θα δαμάσουμε αυτό το κουσούρι μας, ρε, φίλε; Με το Ντάνο και την πνευματική ανυπαρξία γενικότερα; (Να θυμίσω, εδώ, ότι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ήταν αρχιστράτηγος της επανάστασης του 1821. Ξέρετε, τότε που πολεμήσαμε με τους… Ιταλούς, όπως είπε μια «ηρωίδα της Μυκόνου»).
Ο δε, Τύπος, που διθυραμβικά παρουσίασε την βράβευση του Γκάλη, δεν ασχολήθηκε καθόλου ή σχεδόν καθόλου με το φαινόμενο του «Γκαλισμού», παρά μόνο ευκαιρίας δοθείσης, καλή ώρα. Το σέρβιρε ως ένα «μεγάλο γεγονός» κι αδιαφόρησε για το διδακτικό χαρακτήρα του γεγονότος, που είναι πιο σοβαρό εν τέλει. Το «γεγονός» θα κρατήσει δυο 24ωρα και μετά, ο Γκάλης θα ξεχαστεί. Θα γυρίσει στη Θεσσαλονίκη και σαν το Διογένη θα κλειστεί στο πιθάρι του…
Ο Γκάλης δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα. Ούτε είχε, όταν ήρθε, ούτε έχει τώρα. Είναι βαθιά φιλοσοφημένος, είναι χιουμορίστας κι όχι χαβαλές. Είναι ο άνθρωπος που κρατάει αντιστάσεις στην κατάπτωση ενός λαού και το ψυχολογικό αποκούμπι, δυστυχώς λίγων, που ακόμα σκέφτονται και δεν παρασύρθηκαν από τη λαίλαπα της ισοπέδωσης των αξιακών συστημάτων της Ελλάδας. Είναι ο άνθρωπος που αντιδρά με τη σιωπή του στην «απαγωγή» της νεολαίας από τους επιτήδειους και την πώλησή τους για σκλάβους, έτσι για να παραφράσουμε τον Άντι Γουόρχολ…