Μετά την ανέλπιστη επιτυχία και αναγνώριση που γνώρισε από κοινό, ειδικούς και τον Γιάννη Γαλάτη, η προηγούμενη πικρή μου ιστορία για το χαμένο στοίχημα της Φούλαμ, λέω σήμερα μιας και από μπάλα δεν, να μοιραστώ μαζί σας άλλη μια πικρή, γεμάτη πόνο και λυγμούς ιστορία. Ο Νίκος Ξανθόπουλος του στοιχήματος σε νέες περιπέτειες λοιπόν.
Τέλη Απρίλη 2012. Φοιτητής και τότε, εξεταστική δεν υπήρχε στον ορίζοντα άρα δεν μας απασχολούσε το πανεπιστήμιο (μάνα αν το διαβάζεις μη δώσεις σημασία, χαζομάρες λέω να περνάει η ώρα) και βασική μας ασχολία τα κρύα απογεύματα στην Αθήνα ήταν το στοίχημα. Έχω βάλει με ένα φιλαράκι (Ο Νικολάκης, καλό παιδί) από ένα 5ευράκι και έχουμε βάλει μια κάρτα των 10 Ευρώ, στην Betoto (Τιμημένη εταιρεία, την έφαγε το σύστημα). Για χαβαλέ ξεκινήσαμε αλλά κάπου το πράγμα άρχισε και μας πήγαινε. Ακόμα θυμάμαι μια 4αδα που βγάλαμε Παρασκευή βράδυ από Β’ Γαλλίας με 2 ματς να τα πιάνουμε στις καθυστερήσεις , το ένα γκολ πίσω από το άλλο). Είχαμε φτάσει λοιπόν να έχει μέσα ο λογαριασμός ένα ωραίο 200ράκι.
Τελείωνε όμως η σεζόν, πολλά στοιχήματα στον ορίζοντα δεν υπάρχουν (τότε είναι η εποχή που ξεκινάνε τα ωραία Χ του 1.45) οπότε οι επιλογές μας στένευαν επικίνδυνα. Καθόμαστε λοιπόν κάτω με το Νικολάκη και αποφασίζω δημοκρατικά να βάλουμε όλο το ποσό σε μια δυαδα να τα διπλασιάσουμε να βγάλει ρε αδερφάκι μου ο καθένας από ένα 250ρι ευρώ. Ίσα – ίσα να βγουν οι Καϊπιρίνιες και τα Μάι Τάι του καλοκαιριού που ήταν μπροστά μας (Εμείς στο χωριό μου πίνουμε μόνο τέτοια να ξέρετε). Και του έρχεται τότε του Νικολάκη Η ΙΔΕΑ: «Βρες μια καλή δυάδα εσύ και βάλε τα όπου νομίζεις. Μην μου πεις τίποτα απλά βάλτα»! Νικολάκη αγόρι μου του λέω, μίλησες με την τύχη σου. Και ξεκινάω να βρω ποια ματς μπορούν να μας κάνουν μια ωραία δυάδα για να κλείσουμε ωραία τη στοιχηματική μας σεζόν.
Μετά από 2-3 μέρες ψαξίματος, σαν ένας νέος Αρχιμήδης φωνάζω «Εύρηκα» (όχι δεν το βρήκα μέσα σε μπανιέρα και γω)! Ημιτελικά Τσάμπιονς Λιγκ. Αφού είναι να παίξουμε καλά λεφτάκια ας τα βάλουμε σε ματς που είναι στο επίκεντρο. Έτσι για το γαμώτο. Είχαν γίνει τα πρώτα ματς και ετοιμαζόμασταν για τους επαναληπτικούς. Τα δυο ζευγάρια ήταν Ρεάλ – Μπάγερν και Μπαρτσελόνα – Τσέλσι. Στα πρώτα ματς είχαν κερδίσει Μπάγερν (2-1) και Τσέλσι (1-0). Επαναληπτικοί στην Ισπανία. Ε λέω εδώ είμαστε. Τα Ισπανάκια παίζουν μπαλάρα, η Uefa θέλει να τους δει στον τελικό (Θα το βάφτιζε και ματς του αιώνα, και θα κονόμαγε καλά, ναι τέτοιες μα..ιες σκεφτόμουν) και εγώ θα τους αρπάξω. Τα βάζω κάτω και αποφασίζω. Δεν αξίζει να μπλέξω με προκρίσεις, δεν υπήρχε και μεγάλη διαφορά στις αποδόσεις, θα παίξω απλά πράγματα. Άσο ξερό Ρεάλ και άσο ξερό Μπαρτσελόνα. Ψεκάστε, Σκουπίστε, τελειώσατε. Ας κερδίσουν τα Ισπανάκια και ας κάνουν ότι θέλουν για την πρόκριση!
Τα συνοψίζω λοιπόν, και έχουμε: Άσο Ρεάλ 1.50, άσο Μπάρτσα 1.30κάτι. Σύνολο 2 και κάτι ψιλολόγια. Ωραιότατα. Έβγαινε περίπου ένα 500ρι στο λογαριασμό και ζήσαν αυτοί καλά και μεις καλύτερα. Αμ δε. Δεν ξέρω αν είναι καλό ή κακό, αλλά για όσους θυμάστε το ματς της Μπαρτσελόνα ήταν το πρώτο. Τρίτη βράδυ. Έχω κάνει ατμόσφαιρα λοιπόν σπίτι, έχω πάρει τις απαραίτητες 6-7 μπύρες και έχω κάτσει να απολαύσω τον σιχαμένο το Μέσι και τα άλλα τα «Πόκεμον» (Ατάκα μεγάλη από Αλέκο ΘΕΟ-φιλόπουλο) να διαλύουν την (αγαπημένη κατά τ’ άλλα) Τσέλσι του Ρομπέρτο Ντι Ματέο. Αρχίζει το ματς, η Μπάρτσα έπαιζε στο μισό του μισού γηπέδου την Τσέλσι. Τα «τριγωνάκια» πάνε και έρχονται, αλλά δυστυχώς όλα τα τετ-α-τετ έβγαιναν πάνω στο Μέσι. Και λέω δυστυχώς γιατί πότε έβαλε γκολ στον Τσεχ ο «κοντός» για να το βάλει και εκείνη την (αποφράδα) νύχτα. Ώσπου φτάνουμε στο σωτήριον λεπτόν 36’! Ο μεγάλος Ισαάκ (όχι αυτός της Παλαιάς Διαθήκης) ο Κουένκα, παίρνει τη μπάλα στα αριστερά βγάζει την παράλληλη συρτή, και ο τιτάνας Μπουσκέτς (πριν 2 χρόνια τον έβριζα για το θέατρο με την Ίντερ, εκείνη την ώρα ήταν ο «θεός» μου) σκόραρε σε κενό τέρμα για το 1-0. Ωωω. Τι τα ήθελες. Χαμός, πανηγύρια σπίτι, εγώ να χω πέσει να προσκυνάω το μεγάλο Μπουσκέτς και τα συναφή. Λίγο αργότερα; Λες και έπιασα το Τζόκερ. Ο ΤΕΡΑΣΤΙΟΣ Τζον Τέρι, σε μια ακόμα μεγάλη παράσταση ρίχνει γονατιά στην πλάτη του Σάντσεζ. Ο τιτάνας ο διαιτητής το βλέπει. Κόκκινη απευθείας. Ο Τέρι πήγε σπίτι του (ή στο σπίτι του Γουέιν Μπριτζ δεν ξέρω – το πιάσατε το kinky υπονοούμενο), και γω στα ουράνια! Με 10 παίχτες σιγά μην αντέξουν. Πέντε θα φάνε.
Και λίγο αργότερα έρχεται η αποθέωση. Ο «κοντός» βγάζει ασίστ στον Ινιέστα, ο Αντρές, ο μεγάλος Αντρές σκοράρει και το 2-0 είναι γεγονός. Παναγία μου. Μόνο τσάμικο δεν πρέπει να χόρεψα. Το πρώτο σκέλος για το 500ρι ήταν «τελειωμένο». Τελειωμένα πράγματα ρε παιδί μου. Έτσι έλεγα όμως. Γιατί κάποιος άλλος είχε άλλη άποψη. Δεν περνάνε 2 λεπτά και ο Φράνκι Λάμπαρντ, βγάζει μια απίστευτη πάσα στον Ραμίρες και ο «Ροναλντίνιο των φτωχών» με ένα τελείωμα που δεν πρόκειται να ξανακάνει ΠΟΤΕ στην καριέρα του έβαλε το απίστευτο. Λόμπα στον τροχονόμο (Ο Βαλντές ο αλάνης ντε) και 2-1.
Ημίχρονο. Κάτι πρέπει να κάνω σκέφτομαι να μην χαλάσει το γούρι. Τι θα κάνω, τι θα κάνω. Ε αφού σκέφτηκα για 5-10 …δευτερόλεπτα μου ήρθε η ιδέα! Θα παραγγείλω γύρους! (Πςςς Η ΙΔΕΑ). Παίρνω στο γυράδικο, παίρνω τα συνηθισμένα, και περιμένω να αρχίσει το 2ο ημίχρονο. Δεν προλαβαίνει να ξεκινήσει το ημίχρονο θυμάμαι και να σου. Πέναλτι! Η Μπάρτσα κέρδισε πέναλτι (όχι που δεν θα κέρδιζε). Και ποιος πάει να το εκτελέσει; Ο Μέσι…. Είπαμε. Πότε έβαλε γκολ στον Τσεχ για να το βάλει και τότε; Δοκάρι! Θυμήθηκα και γω ότι Άγιο είχα διαβάσει στα Θρησκευτικά από πρώτη Γυμνασίου μέχρι Τρίτη Λυκείου. Ούτε εγώ δεν πίστευα ότι ξέρω τόσους πολλούς. Δεν πειράζει λέω όμως, δεν το καθαρίσαμε αλλά είμαστε καλά. Τι διάολο. Η Τσέλσι με 10 είναι. Δεν παίζει να το χάσω (άσο είπαμε). Ε κάπου εκεί ήρθαν και τα σουβλάκια, έκατσε και ο ντελιβεράς να μου κάνει λίγο παρέα, να πιει και μια μπύρα να ξαποστάσει ο δόλιος από το «φόρτο εργασίας» (Καλή σου ώρα ρε Παναγιωτάκη όπου είσαι, 10 κιλά πάνω έφυγα από κει). Περνάει λίγο η ώρα, δεύτερο δοκάρι ο Μέσι. «Ρε σήμερα θα πάνε όλα στραβά;» σκέφτηκα. Αμ δεν είχαν πάει «όλα». Τουλάχιστον όχι ακόμα.
Ε έχει φτάσει 80-80κάτι, η Μπάρτσα δεν έχει φύγει από την περιοχή του Τσεχ και ο Ντι Ματέο κάνει μια αλλαγή «απελπισίας». Τουλάχιστον έτσι νόμιζα τότε. Βγάζει τον Ντρογκμπά και βάζει με τον «Ελ Νίνο». Τον Φερνάντο τον Τόρες. Αδυναμία μεγάλη ο Τόρες (όχι εκείνο το βράδυ) αλλά ήξερα ότι ο άνθρωπος εκείνη την περίοδο ΔΕΝ. Δεν ρε παιδί μου. Δεν μπορεί να βάλει γκολ (αυτή η σιγουριά θα με φάει τελικά). Αφού λοιπόν έχει φτάσει 90, 90+ δεν θυμάμαι, γίνεται άλλη μια πάσα στην άμυνα της Τσέλσι και ένας αμυντικός διώχνει. Και όπως έφευγε η μπάλα και πήγαινε προς το κέντρο, ξάφνου, σαν να ζωντάνευαν οι χειρότεροι εφιάλτες, ένα ξανθομάλλικο αγόρι, εμφανίζεται από το πουθενά, να «καλπάζει» μόνος του προς την περιοχή της Μπαρτσελόνα. Η χαίτη ανέμιζε ρε! Μόνος του ρε! Σαν την Ντόλι του Λούκι Λουκ στην Άγρια Δύση. Μιλάμε για καλπασμό τώρα ρε! Το μόνο που θυμάμαι, είναι να έχω σηκωθεί πάνω να βρίζω, και να βλέπω τον «τροχονόμο» να τρώει την ντρίμπλα του Τόρες και ο «τελειωμένος» να βάζει το πιο εύκολο γκολ (Ρε άνθρωπε έχεις χάσει 10 γκολ με άδειο τέρμα, αυτό βρήκες να βάλεις τώρα που το ξανασκέφτομαι;)! Σπαραγμός. Τραγωδία. Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά. Σκάει μύτη και η Μαρινέλα και ακούω το «άνοιξε πέτρα για να μπω». Ο Νικολάκης (ο φίλος ντε) με πήρε για να παρηγορηθούμε. Μόλις είχαμε χάσει αυγά και τα πασχάλια. Γιατί ο Φερνάντο ο Τόρες, θυμήθηκε τότε να βάλει το 3ο του γκολ στο Τσάμπιονς Λιγκ εκείνη τη χρονιά. Το 3ο. Το μακρύτερο (για την απόσταση που έτρεξε λέω).
Για την ιστορία, την επομένη η Ρεάλ κέρδισε με 2-1 τη Μπάγερν και αποκλείστηκε στα πέναλτι (τότε που ο Ράμος έστειλε την μπάλα στο σπίτι του Ε.Τ του εξωγήινου). Και βλέπω τον Ισπανό να πανηγυρίζει στη φώτο και να μου λέει: «Πάρτα ρε, όχι Καϊπιρίνια δεν θα πιεις, ούτε τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο»! Γιατί ρε Τόρες δηλαδή; Γιατί;